Καταγόταν από την μεγάλη αριστοκρατική στρατιωτική οικογένεια των Κομνηνών, που κατείχε μεγάλες εκτάσεις στην Κασταμώνα της Παφλαγονίας. Ήταν τρίτος γιος του
Ιωάννη Κομνηνού, αδελφού του αυτοκράτορα Ισαάκιου Α΄ Κομνηνού, και της Άννας Δαλασσηνής. Ο Αλέξιος από πολύ νωρίς κατατάχθηκε στον αυτοκρατορικό στρατό και αντιμετώπισε αρκετούς στασιαστές και διεκδικητές του αυτοκρατορικού θρόνου. Επί Μιχαήλ Ζ΄στάλθηκε ως στρατηγός αυτοκράτορας στην Μικρά Ασία και κατόρθωσε να του παραδοθεί από τους Σελτζούκους Τούρκους ο στασιαστής αρχηγός των Νορμανδών μισθοφόρων Ρουσέλ ντε Μπαγιέλ (Roussel de Bailleul, Ρουσέλιος κατά Ζωναράν ή Ουρσέλιος κατά την Άννα Κομνηνή), τον οποίο έφερε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1078 ορίστηκε αρχηγός του στρατού (δομέστικος των σχολών) της Δύσης από τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Γ΄ Βοτανειάτη Οι μεγαλύτερες επιτυχίες του ήταν η νίκη και σύλληψη πρώτα του Νικηφόρου Βρυέννιου και αργότερα του Νικηφόρου Βασιλάκιου. Κέρδισε την εύνοια της αυτοκράτειρας Μαρίας της Αλανίας, συζύγου των αυτοκρατόρων Μιχαήλ Ζ´ και Νικηφόρου Γ´ που τον υιοθέτησε και τον βοήθησε στην προσπάθεια ανόδου του στην στρατιωτική ιεραρχία. Το 1081 στασίασε και ο ίδιος με τους αδερφούς του και πήρε το θρόνο από το Νικηφόρο Γ΄ μετά από παρότρυνση και με τη βοήθεια του Ιωάννη Δούκα, θείου του Μιχαήλ Ζ´ Δούκα. Μετά από την άνοδό του στο θρόνο παντρεύτηκε την Ειρήνη Δούκαινα, εγγονή του Ιωάννη Δούκα, θείου του Μιχαήλ Ζ΄. Για να εξασφαλίσει την υποστήριξη των Δουκών επανέφερε τον Κωνσταντίνο Δούκα, γιο του Μιχαήλ Ζ΄ και της Μαρίας της Αλανής ως συναυτοκράτορα. Μάλιστα αργότερα τον αρραβώνιασε με την πρωτότοκη κόρη του, Άννα. Η γέννηση του γιου του Αλέξιου, Ιωάννη, το 1087 τερμάτισε την αναγνώριση του Κωνσταντίνου ως συναυτοκράτορα. Ο Κωνσταντίνος, όμως, συνέχισε να έχει φιλικές σχέσεις με τον αυτοκράτορα μέχρι το θάνατό του, περίπου το 1095.
Ιωάννη Κομνηνού, αδελφού του αυτοκράτορα Ισαάκιου Α΄ Κομνηνού, και της Άννας Δαλασσηνής. Ο Αλέξιος από πολύ νωρίς κατατάχθηκε στον αυτοκρατορικό στρατό και αντιμετώπισε αρκετούς στασιαστές και διεκδικητές του αυτοκρατορικού θρόνου. Επί Μιχαήλ Ζ΄στάλθηκε ως στρατηγός αυτοκράτορας στην Μικρά Ασία και κατόρθωσε να του παραδοθεί από τους Σελτζούκους Τούρκους ο στασιαστής αρχηγός των Νορμανδών μισθοφόρων Ρουσέλ ντε Μπαγιέλ (Roussel de Bailleul, Ρουσέλιος κατά Ζωναράν ή Ουρσέλιος κατά την Άννα Κομνηνή), τον οποίο έφερε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1078 ορίστηκε αρχηγός του στρατού (δομέστικος των σχολών) της Δύσης από τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Γ΄ Βοτανειάτη Οι μεγαλύτερες επιτυχίες του ήταν η νίκη και σύλληψη πρώτα του Νικηφόρου Βρυέννιου και αργότερα του Νικηφόρου Βασιλάκιου. Κέρδισε την εύνοια της αυτοκράτειρας Μαρίας της Αλανίας, συζύγου των αυτοκρατόρων Μιχαήλ Ζ´ και Νικηφόρου Γ´ που τον υιοθέτησε και τον βοήθησε στην προσπάθεια ανόδου του στην στρατιωτική ιεραρχία. Το 1081 στασίασε και ο ίδιος με τους αδερφούς του και πήρε το θρόνο από το Νικηφόρο Γ΄ μετά από παρότρυνση και με τη βοήθεια του Ιωάννη Δούκα, θείου του Μιχαήλ Ζ´ Δούκα. Μετά από την άνοδό του στο θρόνο παντρεύτηκε την Ειρήνη Δούκαινα, εγγονή του Ιωάννη Δούκα, θείου του Μιχαήλ Ζ΄. Για να εξασφαλίσει την υποστήριξη των Δουκών επανέφερε τον Κωνσταντίνο Δούκα, γιο του Μιχαήλ Ζ΄ και της Μαρίας της Αλανής ως συναυτοκράτορα. Μάλιστα αργότερα τον αρραβώνιασε με την πρωτότοκη κόρη του, Άννα. Η γέννηση του γιου του Αλέξιου, Ιωάννη, το 1087 τερμάτισε την αναγνώριση του Κωνσταντίνου ως συναυτοκράτορα. Ο Κωνσταντίνος, όμως, συνέχισε να έχει φιλικές σχέσεις με τον αυτοκράτορα μέχρι το θάνατό του, περίπου το 1095.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου