Ο Αλέξανδρος Δουμάς ο πρεσβύτερος (24 Ιουλίου 1802 - 5 Δεκεμβρίου 1870) ήταν Γάλλος συγγραφέας, γνωστός κυρίως από τα ιστορικά του μυθιστορήματα τα οποία τον κατέστησαν έναν από τους πιο πολυδιαβασμένους Γάλλους συγγραφείς στον κόσμο. Πολλά από τα μυθιστορήματά του, όπως "Ο Κόμης Μοντεχρήστος", "Οι Τρεις Σωματοφύλακες", "Μετά Είκοσι Έτη" κ.α., αρχικά είχαν δημοσιευθεί σε σειρές. Έγραψε επίσης θεατρικά έργα και άρθρα σε περιοδικά.
Ο Αλέξανδρος Δουμάς γεννήθηκε το 1802 στο χωριό Βιλέρ-Κοτρέ της Γαλλίας και ήταν εγγονός ενός Γάλλου ευγενούς, που έζησε για πολλά χρόνια στις Δυτικές Ινδίες. Πατέρας του ήταν ο Θωμάς Αλέξανδρος Δουμάς και μητέρα του η Μαρί Λαμπουρέ. Ο πατέρας του Αλέξανδρου Δουμά πέθανε το 1806, αφήνοντας την οικογένεια χωρίς πόρους. Όμως η φτώχεια είχε πολύ μικρή επίδραση στο νεαρό Δουμά. Στα παιδικά του χρόνια ήταν ένα ευτυχισμένο ξανθό και ξένοιαστο αγόρι με γαλανά μάτια και γεμάτο με απεριόριστη ενεργητικότητα. Η μητέρα του εμπιστεύθηκε τη μόρφωσή του στον παπά του χωριού, ο οποίος ανέλαβε να του μάθει τα στοιχειώδη γράμματα. Η μεγάλη ζωτικότητα του Αλέξανδρου και η κλίση του στα παιχνίδια, τον έκαναν κάπως αδιάφορο στα μαθήματα και φαινόταν πως δεν είχε καμία κλίση για τα γράμματα και ακόμα λιγότερη για τα μαθηματικά. Ποτέ δεν προχωρούσε πέρα από τον πίνακα του πολλαπλασιασμού. Του άρεσε να παίζει μέσα στα δάση, να μιμείται τα πουλιά, να κυνηγά και να ψαρεύει. Το μόνο που τον έκανε να ξεχωρίζει στο σχολείο ήταν ο γραφικός του χαρακτήρας. Έτσι, αν και δεν πήρε καλή μόρφωση, σε ηλικία 12 ετών προσλήφθηκε ως γραφέας σε ένα συμβολαιογραφείο, όπου αντέγραφε με το χέρι ολόκληρους ογκώδεις τόμους και μακροσκελή έγγραφα.
Το 1822 πήγε στο Παρίσι, όπου ο γραφικός του χαρακτήρας και το γεγονός ότι ο πατέρας του ήταν λίγο-πολύ γνωστός, του έδωσε μία θέση αντιγραφέα στο γραφείο του Δούκα της Ορλεάνης και μέλλοντα βασιλιά Λουδοβίκου Φίλιππου. Οι απολαβές του ήταν 1.200 φράγκα του χρόνο. Αν και τα χρήματα αυτά μόλις του έφταναν για να ζήσει, ο Δουμάς μπήκε στο πνεύμα της εύθυμης παρισινής ζωής. Βρίσκοντας πως τα έσοδά του ήτανε πάρα πολύ λίγα και δεν του φτάνανε για μια πολυδάπανη ζωή, ο Αλέξανδρος Δουμάς αποφάσισε να γράψει για το θέατρο, βρίσκοντας πως ο τρόπος αυτός ήτανε σίγουρος για να κερδίσει περιουσία. Το καινούργιο στυλ με το οποίο έγραφε άρεσε στο κοινό και το 1825 κέρδισε τα πρώτα του χρήματα σαν συγγραφέας. Παράλληλα, άρχισε να κινείται στους φιλολογικούς κύκλους. Γνωρίστηκε με τον Βίκτωρα Ουγκώ, τους ποιητές Αλφόνς Λαμαρτίν και Αλφρέντ ντε Βινί, καθώς και άλλους νέους συγγραφείς. Ο Δουμάς υπήρξε ένας από τους πρώτους ρομαντικούς.
Εργογραφία του Αλέξανδρου Δουμά σύμφωνα με τον Hugo P.Thieme (1907)
Το έργο που έκανε γνωστό το όνομα του Αλέξανδρου Δουμά ήταν το δράμα "Ο Ερρίκος Γ' και η Αυλή του" (1829), που ήταν το πρώτο επιτυχημένο έργο της νέας ρομαντικής εποχής. Ύστερα από αυτό, ο Αλέξανδρος Δουμάς ανέβασε και άλλα θεατρικά έργα, από τα οποία πολλά παίζονται ακόμη και σήμερα. Αν και τα θεατρικά έργα του Δουμά τού έφερναν σημαντικά έσοδα, τα μεγάλα έξοδα που έκανε τον ανάγκαζαν να βρίσκεται σχεδόν πάντα βουτηγμένος στα χρέη. Ο Δουμάς ζούσε σαν βασιλιάς. Ταξίδεψε στην Ελβετία, τη Ρώμη και τη Γερμανία. Στο σπίτι του το τραπέζι ήταν πάντα στρωμένο. Το γεύμα κρατούσε πέντε ώρες επειδή έφταναν αδιάκοπα καινούργιοι συνδαιτημόνες. Ο Δουμάς δεν ήταν ποτέ τυπικός. Δεχότανε πλούσιους και φτωχούς, συμπατριώτες του και ξένους, με την ίδια εγκαρδιότητα.
Εντούτοις, στον καλλιτεχνικό χώρο ο Δουμάς χτυπήθηκε σκληρά. Οι κριτικοί και οι συντηρητικές εφημερίδες αποκαλούσαν το έργο του "τερατούργημα". Οι κλασικοί συγγραφείς τον κατηγόρησαν για λογοκλοπή και η Γαλλική Ακαδημία κατήγγειλε την επίδραση που θα είχε το έργο του πάνω στο θέατρο. Ο Δουμάς είχε το φυσικό δώρο να παίρνει ασήμαντα έργα ασήμων συγγραφέων και να τα μετατρέπει σε λαμπρά θεατρικά έργα. Γι' αυτό και κατηγορήθηκε ως λογοκλόπος.
Το 1830 ο Δουμάς πήρε ενεργά μέρος στην Επανάσταση του Ιουλίου που ανέβασε στο θρόνο της Γαλλίας τον Δούκα της Ορλεάνης. Όσο κρατούσαν οι πολιτικές διαμάχες που προκάλεσε η άνοδος του Λουδοβίκου Φιλίππου, ο Δουμάς συμμετείχε ενεργά στον αγώνα. Καθώς το Παρίσι είχε ανάγκη από πυρομαχικά, προσφέρθηκε να πάει στο Σουασόν και να φέρει. Επρόκειτο για εξαιρετικά εμπιστευτική αποστολή, την οποία έβγαλε εις πέρας.
Εν τω μεταξύ, ο Ρομαντισμός άρχισε να παρακμάζει. Το κοινό είχε πια βαρεθεί τις υπερβολές, την έλλειψη τάξεως και τη βία, και έβρισκε πλέον καινούργια θέλγητρα στο νόμο και την τάξη. Έτσι, καθώς τα θεατρικά έργα άρχισαν να χάνουν την αγάπη του κοινού, ο Δουμάς στράφηκε προς το μυθιστόρημα. Μία μέρα τον επισκέφτηκε ένας καθηγητής φιλολογίας, ο Αύγουστος Μακέ. Αυτός ο Μακέ ήταν αξιόλογος άνθρωπος. Γνώριζε την ιστορία και είχε ιδέες. Ο Αλέξανδρος, που έως τότε είχε γράψει μόνο μερικές νουβέλες, ήθελε να βρίσκει ανθρώπους που να του προμηθεύουν θέματα για ανάπτυξη. Έτσι, ο Μακέ προσκόμιζε το υλικό σε ακατέργαστη μορφή και ο Αλέξανδρος Δουμάς το ανασκεύαζε, του έδινε μορφή, τόνο και ρυθμό. Δημιουργήθηκε έτσι μία εξαιρετική συνεργασία, αν και το όνομα του Μακέ δεν εμφανίστηκε ποτέ σε κάποιο έργο.
Τα ιστορικά στοιχεία του Μακέ έγιναν τα μεγάλα μυθιστορήματα που έκαναν αθάνατο το όνομα του Δουμά. Με τους "Τρεις Σωματοφύλακες" (1844), που σημείωσαν γενική επιτυχία, η δημοτικότητα του Δουμά έγινε τεράστια. Και τότε καταπιάστηκε και με άλλα μυθιστορήματα: "Μετά Είκοσι Έτη" (1845), "Βασίλισσα Μαργκό" (1845), "Οι Κορσικανοί Αδελφοί" (1845), "Ο Ιππότης του Κόκκινου Σπιτιού" (1845-1846), "Ο Υποκόμης της Βραζελόνης" (που περιλαμβάνει το διάσημο "Σιδηρούν Προσωπείον") (1848), "Η μαύρη τουλίπα" (1850), κ.α.
Σ' ένα ταξίδι που έκανε ο Δουμάς στη Μεσόγειο, πέρασε κοντά από το νησί Μοντεκρίστο. Το όνομα τού έκανε εντύπωση και έγραψε τότε τον "Κόμη Μοντεχρήστο" (1845-1846).
Η επιτυχία του Δουμά εκνεύρισε τους κριτικούς. Αλλά ο Δουμάς τα έβρισκε όλα αυτά φυσικά. Δεν έδειχνε ούτε θυμό ούτε μόσος. Παραδέχτηκε ελεύθερα και δημόσια πως ο Μακέ ήταν συνεργάτης του και ανέφερε τα έργα που έγραψαν μαζί. Όμως οι φιλολογικές του επιτυχίες, που του έφεραν και μεγάλα κέρδη, παρέσυραν τον Δουμά σε μία σπάταλη και εξωφρενική ζωή, που του δημιούργησε πολλές δυσκολίες και ενοχλήσεις. Με τα χρήματα που του απέφεραν τα μυθιστορήματά του, ο Δουμάς έκτισε μέγαρο στο Σεν Ζερμέν που του κόστισε 250.000 φράγκα και το γέμισε με θησαυρούς τέχνης. Τη βίλα του την ονόμασε "Μόντε-Χρήστο" και εκεί ζούσε περιστοιχισμένος από παράσιτους, κόλακες και πιστωτές. Επιπλέον, έκτισε δικό του θέατρο που κόστισε 1.500.000 φράγκα. Τα έξοδά του ήταν πάρα πολλά και μονάχα με την επιτυχία των θεατρικών του έργων μπορούσε να τα βγάλει πέρα.
Η πτώση του Λουδοβίκου Φιλίππου και η άνοδος του Ναπολέοντα Γ' έφερε νέα θεατρικά γούστα και ο Δουμάς έπεσε και πάλι στη φτώχεια. Μην μπορώντας να οικονομήσει χρήματα, απογυμνωμένος οικονομικά, είδε να του παίρνουν οι πιστωτές του το μέγαρο και το θέατρό του. Οι δικαστικοί κλητήρες τον αναζητούσαν. Και για να ξεφύγει από αυτούς, πήγε στις Βρυξέλλες (1851).
Ύστερα από λίγα χρόνια ξαναγύρισε στο Παρίσι. Για να αποκατασταθεί ίδρυσε μία εφημερίδα, που ήταν μάλλον οικογενειακό περιοδικό, που την ονόμασε "Ο σωματοφύλακας". Η εφημερίδα άρχισε καλά, δεν άργησε όμως να χρεωκοπήσει εξαιτίας του υψηλού μισθολογίου και του μεγάλου προσωπικού. Και πάλι ο Δουμάς άρχισε τις περιπλανήσεις του στη Ρωσία και την Ιταλία.
Στη Νάπολη συνεργάστηκε με τον Τζιουζέπε Γκαριμπάλντι, σαν έμπιστος σύμβουλός του. Έπειτα όμως από την επιτυχία της επαναστάσεως, το πλήθος έδιωξε τον Δουμά από την Ιταλία. Πληγωμένος κατάκαρδα από την αχαριστία, ο Δουμάς επέστρεψε στο Παρίσι. Τον Σεπτέμβριο του 1870, μετά από ένα ατύχημα που τον άφησε σχεδόν παράλυτο, ο Αλέξανδρος Δουμάς εγκαταστάθηκε στο σπίτι του γιου του, Αλέξανδρου Δουμά του νεώτερου, στο Πουί όπου και απεβίωσε στις 5 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Το 2002 ο τάφος του μεταφέρθηκε στο Πάνθεον του Παρισιού, το μαυσωλείο όπου είναι θαμμένες λαμπρές προσωπικότητες της Γαλλίας.
Προσωπική ζωή
Την 1η Φεβρουαρίου 1840 ο Αλέξανδρος Δουμάς παντρεύτηκε την ηθοποιό Ιντά Φεριέ αλλά συνέχισε να συνάπτει σχέσεις και με άλλες γυναίκες, αποκτώντας τουλάχιστον τέσσερα εξώγαμα παιδιά. Ένα από αυτά τα παιδιά ήταν ο Αλέξανδρος Δουμάς ο νεώτερος, καρπός της σχέσης του με τη γοητευτική γειτόνισσά του, Κατρίν Λεμπέ.
Ένα θαυμαστικό χαρακτηρίζει το Δουμά σε ολόκληρη τη ζωή του. Κάθε τι που έκανε ήταν υπερβολικό και έφτανε στα άκρα. Συνδύαζε τη λαχτάρα του να τον προσέχουν και να τον τιμούν, την τόλμη και τη μεγαλαυχία του, μαζί με την αγάπη του για την ανθρωπότητα. Ο Δουμάς έζησε πολύ γεμάτη ζωή. Ως συγγραφέας, στρατιώτης, πολιτικός και εραστής έπαιξε το ρόλο του ολοκληρωτικά, χωρίς να παραμελήσει καμία δυνατότητα και χωρίς να υποτιμήσει ποτέ τον εαυτό του. Ο Δουμάς έγινε στρατιώτης για να πάρη μέρος στα οδοφράγματα, διοίκησε μία λεγεώνα, μονομάχησε δέκα φορές, ναύλωσε καράβια και μοίρασε συντάξεις από το δικό του πορτοφόλι, χόρεψε, κυνήγησε, αγάπησε, ψάρεψε, υπνώτισε, μαγείρεψε, απέκτησε 10.000.000 φράγκα και ξόδεψε πολλά περισσότερα. Το μόνο που μπόρεσε να τον σταματήσει ήταν ο θάνατος, που έβαλε τέρμα στην καταπληκτική του σταδιοδρομία στις 5 Δεκεμβρίου του 1870. Άλλα όπως έγραψε ο Βίκτωρ Ουγκώ: "Εκείνο που έσπειρε είναι η Γαλλική ιδέα".
Κριτική του έργου του
Η συναρπαστική έκβαση του μύθου που δεν καταρρίπτεται ποτέ, το χρώμα, ο ιπποτισμός, η πρωτοτυπία στο σύνολό της, όλα αυτά δικαιολογούν απόλυτα την εξαιρετική δημοτικότητα που έχουν τα μυθιστορήματα του Αλέξανδρου Δουμά. Το συναρπαστικό συναίσθημα που δοκιμάζει κανείς όταν γνωρίζει για πρώτη φορά τους χαρακτήρες κάθε του μυθιστορήματος, κάνει τον αναγνώστη να μη μπορεί ν' αντισταθεί στην ακατάσχετη επιθυμία να φτάσει έως το τέλος. Ειπώθηκε ότι ο Δουμάς μπορούσε να δημιουργήσει μια ιστορία από το πιο ασήμαντο γεγονός: από το πέσιμο ενός φτερού ή από ένα καράβι που ξεχωρίζει μακριά στον ορίζοντα, και να το κεντήσει έτσι ώστε να γίνει ένα ολοκληρωμένο και συνταρακτικό μυθιστόρημα. Όταν έφτιαχνε μέσα στο μυαλό του το σχέδιο ενός μυθιστορήματος ή ενός θεατρικού έργου, στην πραγματικότητα το έργο του αυτό ήταν ολοκληρωμένο. Το γράψιμό του μπορούσε να γίνει τόσο γρήγορα, όσο μπορούσε να κυλήσει γρήγορα η πέννα του Δουμά.
Μια φορά ο Αλέξανδρος Δουμάς έβαλε στοίχημα 100 λουδοβίκεια ότι μπορούσε να γράψει το πρώτο βιβλίο του "Ιππότη του Κόκκινου Σπιτιού" μέσα σε 72 ώρες, μαζί με τις ώρες του ύπνου και του φαγητού. Μέσα σε 66 ώρες το έργο είχε συμπληρωθεί: 3.375 γραμμές χωρίς καμία αλλαγή ή σβήσιμο. Το έργο δεν παρουσίαζε επίσης κανένα ίχνος βιασύνης, γεγονός που αποδεικνύει πόσο ανεξάντλητος και μεγαλοφυής ήταν ο Γάλλος συγγραφέας.
Ωστόσο, ειπώθηκαν εναντίον του πολλές κατηγορίες και για τον τρόπο που ζούσε και για τον τρόπο που έγραφε. Ειπώθηκε ότι ο Δουμάς ούτε πρωτότυπος ήταν ούτε συνειδητός μιμητής κανενός άλλου. Ότι είναι απρόσεκτος στο γράψιμό του, δεν εσέβετο καθόλου την ιστορική αλήθεια και ότι το ύφος του ήταν γεμάτο συντακτικά λάθη. Είπαν επίσης ότι έγραφε παρά πολλά έργα που δεν πρόσεχε ούτε τι έγραφε, ούτε πώς τα έγραφε. Άλλοι είπαν ότι αυτός δεν έγραψε ούτε μια λέξη από τα μυθιστορήματά του, αλλά εκμεταλλεύτηκε τον ιδρώτα άλλων και ότι κατόρθωνε να επιβληθεί με απάτη και κατεργαριά.
Στην πραγματικότητα, όμως, όλες αυτές οι κατηγορίες ήταν ψεύτικες. Ο Δουμάς δεν είχε καιρό να σκεφτεί ή να ζυγίσει τι θα γινόταν παρακάτω, ούτε όταν έγραφε τα έργα του, ούτε όταν ζούσε την άσωτη ζωή του. Άφηνε πάντα τον εαυτό του να παρασύρεται από την ιδιοσυγκρασία του και από την έμπνευση της στιγμής. Δεν λογάριαζε ποτέ του τί θα κέρδιζε ή τί θα έχανε, και από την άποψη αυτή ήταν πολύ λιγότερο συμφεροντολόγος από πολλούς άλλους αξιοσέβαστους συγγραφείς που έκαναν περιουσία με την πένα τους.
Από μία άποψη, ο Αλέξανδρος Δουμάς θα μείνει πάντοτε το υπόδειγμα του λογοτέχνη που δεν ζει παρά μονάχα για να γράφει. Τις δικές του περιπέτειες και τις περιπέτειες των άλλων, ό,τι έβλεπε, ό,τι άκουγε και ό,τι διάβαζε -πολύ συχνά και ό,τι δεν διάβαζε- όλα αυθόρμητα τα χρησιμοποιούσε ως υλικό για τα έργα του. Ο Αλέξανδρος Δουμάς είχε πολλούς συνεργάτες αλλά είτε μαζί τους τα έγραφε είτε μόνος του, τα έργα του είχαν την ίδια επιτυχία. Στην ακμή της ηλικίας του ταξίδεψε στη Ρωσία και έφτασε ως τον Καύκασο αναζητώντας υλικό για τα έργα του. Σήμερα θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους όλων των εποχών.
Ο Αλέξανδρος Δουμάς γεννήθηκε το 1802 στο χωριό Βιλέρ-Κοτρέ της Γαλλίας και ήταν εγγονός ενός Γάλλου ευγενούς, που έζησε για πολλά χρόνια στις Δυτικές Ινδίες. Πατέρας του ήταν ο Θωμάς Αλέξανδρος Δουμάς και μητέρα του η Μαρί Λαμπουρέ. Ο πατέρας του Αλέξανδρου Δουμά πέθανε το 1806, αφήνοντας την οικογένεια χωρίς πόρους. Όμως η φτώχεια είχε πολύ μικρή επίδραση στο νεαρό Δουμά. Στα παιδικά του χρόνια ήταν ένα ευτυχισμένο ξανθό και ξένοιαστο αγόρι με γαλανά μάτια και γεμάτο με απεριόριστη ενεργητικότητα. Η μητέρα του εμπιστεύθηκε τη μόρφωσή του στον παπά του χωριού, ο οποίος ανέλαβε να του μάθει τα στοιχειώδη γράμματα. Η μεγάλη ζωτικότητα του Αλέξανδρου και η κλίση του στα παιχνίδια, τον έκαναν κάπως αδιάφορο στα μαθήματα και φαινόταν πως δεν είχε καμία κλίση για τα γράμματα και ακόμα λιγότερη για τα μαθηματικά. Ποτέ δεν προχωρούσε πέρα από τον πίνακα του πολλαπλασιασμού. Του άρεσε να παίζει μέσα στα δάση, να μιμείται τα πουλιά, να κυνηγά και να ψαρεύει. Το μόνο που τον έκανε να ξεχωρίζει στο σχολείο ήταν ο γραφικός του χαρακτήρας. Έτσι, αν και δεν πήρε καλή μόρφωση, σε ηλικία 12 ετών προσλήφθηκε ως γραφέας σε ένα συμβολαιογραφείο, όπου αντέγραφε με το χέρι ολόκληρους ογκώδεις τόμους και μακροσκελή έγγραφα.
Το 1822 πήγε στο Παρίσι, όπου ο γραφικός του χαρακτήρας και το γεγονός ότι ο πατέρας του ήταν λίγο-πολύ γνωστός, του έδωσε μία θέση αντιγραφέα στο γραφείο του Δούκα της Ορλεάνης και μέλλοντα βασιλιά Λουδοβίκου Φίλιππου. Οι απολαβές του ήταν 1.200 φράγκα του χρόνο. Αν και τα χρήματα αυτά μόλις του έφταναν για να ζήσει, ο Δουμάς μπήκε στο πνεύμα της εύθυμης παρισινής ζωής. Βρίσκοντας πως τα έσοδά του ήτανε πάρα πολύ λίγα και δεν του φτάνανε για μια πολυδάπανη ζωή, ο Αλέξανδρος Δουμάς αποφάσισε να γράψει για το θέατρο, βρίσκοντας πως ο τρόπος αυτός ήτανε σίγουρος για να κερδίσει περιουσία. Το καινούργιο στυλ με το οποίο έγραφε άρεσε στο κοινό και το 1825 κέρδισε τα πρώτα του χρήματα σαν συγγραφέας. Παράλληλα, άρχισε να κινείται στους φιλολογικούς κύκλους. Γνωρίστηκε με τον Βίκτωρα Ουγκώ, τους ποιητές Αλφόνς Λαμαρτίν και Αλφρέντ ντε Βινί, καθώς και άλλους νέους συγγραφείς. Ο Δουμάς υπήρξε ένας από τους πρώτους ρομαντικούς.
Εργογραφία του Αλέξανδρου Δουμά σύμφωνα με τον Hugo P.Thieme (1907)
Το έργο που έκανε γνωστό το όνομα του Αλέξανδρου Δουμά ήταν το δράμα "Ο Ερρίκος Γ' και η Αυλή του" (1829), που ήταν το πρώτο επιτυχημένο έργο της νέας ρομαντικής εποχής. Ύστερα από αυτό, ο Αλέξανδρος Δουμάς ανέβασε και άλλα θεατρικά έργα, από τα οποία πολλά παίζονται ακόμη και σήμερα. Αν και τα θεατρικά έργα του Δουμά τού έφερναν σημαντικά έσοδα, τα μεγάλα έξοδα που έκανε τον ανάγκαζαν να βρίσκεται σχεδόν πάντα βουτηγμένος στα χρέη. Ο Δουμάς ζούσε σαν βασιλιάς. Ταξίδεψε στην Ελβετία, τη Ρώμη και τη Γερμανία. Στο σπίτι του το τραπέζι ήταν πάντα στρωμένο. Το γεύμα κρατούσε πέντε ώρες επειδή έφταναν αδιάκοπα καινούργιοι συνδαιτημόνες. Ο Δουμάς δεν ήταν ποτέ τυπικός. Δεχότανε πλούσιους και φτωχούς, συμπατριώτες του και ξένους, με την ίδια εγκαρδιότητα.
Εντούτοις, στον καλλιτεχνικό χώρο ο Δουμάς χτυπήθηκε σκληρά. Οι κριτικοί και οι συντηρητικές εφημερίδες αποκαλούσαν το έργο του "τερατούργημα". Οι κλασικοί συγγραφείς τον κατηγόρησαν για λογοκλοπή και η Γαλλική Ακαδημία κατήγγειλε την επίδραση που θα είχε το έργο του πάνω στο θέατρο. Ο Δουμάς είχε το φυσικό δώρο να παίρνει ασήμαντα έργα ασήμων συγγραφέων και να τα μετατρέπει σε λαμπρά θεατρικά έργα. Γι' αυτό και κατηγορήθηκε ως λογοκλόπος.
Το 1830 ο Δουμάς πήρε ενεργά μέρος στην Επανάσταση του Ιουλίου που ανέβασε στο θρόνο της Γαλλίας τον Δούκα της Ορλεάνης. Όσο κρατούσαν οι πολιτικές διαμάχες που προκάλεσε η άνοδος του Λουδοβίκου Φιλίππου, ο Δουμάς συμμετείχε ενεργά στον αγώνα. Καθώς το Παρίσι είχε ανάγκη από πυρομαχικά, προσφέρθηκε να πάει στο Σουασόν και να φέρει. Επρόκειτο για εξαιρετικά εμπιστευτική αποστολή, την οποία έβγαλε εις πέρας.
Εν τω μεταξύ, ο Ρομαντισμός άρχισε να παρακμάζει. Το κοινό είχε πια βαρεθεί τις υπερβολές, την έλλειψη τάξεως και τη βία, και έβρισκε πλέον καινούργια θέλγητρα στο νόμο και την τάξη. Έτσι, καθώς τα θεατρικά έργα άρχισαν να χάνουν την αγάπη του κοινού, ο Δουμάς στράφηκε προς το μυθιστόρημα. Μία μέρα τον επισκέφτηκε ένας καθηγητής φιλολογίας, ο Αύγουστος Μακέ. Αυτός ο Μακέ ήταν αξιόλογος άνθρωπος. Γνώριζε την ιστορία και είχε ιδέες. Ο Αλέξανδρος, που έως τότε είχε γράψει μόνο μερικές νουβέλες, ήθελε να βρίσκει ανθρώπους που να του προμηθεύουν θέματα για ανάπτυξη. Έτσι, ο Μακέ προσκόμιζε το υλικό σε ακατέργαστη μορφή και ο Αλέξανδρος Δουμάς το ανασκεύαζε, του έδινε μορφή, τόνο και ρυθμό. Δημιουργήθηκε έτσι μία εξαιρετική συνεργασία, αν και το όνομα του Μακέ δεν εμφανίστηκε ποτέ σε κάποιο έργο.
Τα ιστορικά στοιχεία του Μακέ έγιναν τα μεγάλα μυθιστορήματα που έκαναν αθάνατο το όνομα του Δουμά. Με τους "Τρεις Σωματοφύλακες" (1844), που σημείωσαν γενική επιτυχία, η δημοτικότητα του Δουμά έγινε τεράστια. Και τότε καταπιάστηκε και με άλλα μυθιστορήματα: "Μετά Είκοσι Έτη" (1845), "Βασίλισσα Μαργκό" (1845), "Οι Κορσικανοί Αδελφοί" (1845), "Ο Ιππότης του Κόκκινου Σπιτιού" (1845-1846), "Ο Υποκόμης της Βραζελόνης" (που περιλαμβάνει το διάσημο "Σιδηρούν Προσωπείον") (1848), "Η μαύρη τουλίπα" (1850), κ.α.
Σ' ένα ταξίδι που έκανε ο Δουμάς στη Μεσόγειο, πέρασε κοντά από το νησί Μοντεκρίστο. Το όνομα τού έκανε εντύπωση και έγραψε τότε τον "Κόμη Μοντεχρήστο" (1845-1846).
Η επιτυχία του Δουμά εκνεύρισε τους κριτικούς. Αλλά ο Δουμάς τα έβρισκε όλα αυτά φυσικά. Δεν έδειχνε ούτε θυμό ούτε μόσος. Παραδέχτηκε ελεύθερα και δημόσια πως ο Μακέ ήταν συνεργάτης του και ανέφερε τα έργα που έγραψαν μαζί. Όμως οι φιλολογικές του επιτυχίες, που του έφεραν και μεγάλα κέρδη, παρέσυραν τον Δουμά σε μία σπάταλη και εξωφρενική ζωή, που του δημιούργησε πολλές δυσκολίες και ενοχλήσεις. Με τα χρήματα που του απέφεραν τα μυθιστορήματά του, ο Δουμάς έκτισε μέγαρο στο Σεν Ζερμέν που του κόστισε 250.000 φράγκα και το γέμισε με θησαυρούς τέχνης. Τη βίλα του την ονόμασε "Μόντε-Χρήστο" και εκεί ζούσε περιστοιχισμένος από παράσιτους, κόλακες και πιστωτές. Επιπλέον, έκτισε δικό του θέατρο που κόστισε 1.500.000 φράγκα. Τα έξοδά του ήταν πάρα πολλά και μονάχα με την επιτυχία των θεατρικών του έργων μπορούσε να τα βγάλει πέρα.
Η πτώση του Λουδοβίκου Φιλίππου και η άνοδος του Ναπολέοντα Γ' έφερε νέα θεατρικά γούστα και ο Δουμάς έπεσε και πάλι στη φτώχεια. Μην μπορώντας να οικονομήσει χρήματα, απογυμνωμένος οικονομικά, είδε να του παίρνουν οι πιστωτές του το μέγαρο και το θέατρό του. Οι δικαστικοί κλητήρες τον αναζητούσαν. Και για να ξεφύγει από αυτούς, πήγε στις Βρυξέλλες (1851).
Ύστερα από λίγα χρόνια ξαναγύρισε στο Παρίσι. Για να αποκατασταθεί ίδρυσε μία εφημερίδα, που ήταν μάλλον οικογενειακό περιοδικό, που την ονόμασε "Ο σωματοφύλακας". Η εφημερίδα άρχισε καλά, δεν άργησε όμως να χρεωκοπήσει εξαιτίας του υψηλού μισθολογίου και του μεγάλου προσωπικού. Και πάλι ο Δουμάς άρχισε τις περιπλανήσεις του στη Ρωσία και την Ιταλία.
Στη Νάπολη συνεργάστηκε με τον Τζιουζέπε Γκαριμπάλντι, σαν έμπιστος σύμβουλός του. Έπειτα όμως από την επιτυχία της επαναστάσεως, το πλήθος έδιωξε τον Δουμά από την Ιταλία. Πληγωμένος κατάκαρδα από την αχαριστία, ο Δουμάς επέστρεψε στο Παρίσι. Τον Σεπτέμβριο του 1870, μετά από ένα ατύχημα που τον άφησε σχεδόν παράλυτο, ο Αλέξανδρος Δουμάς εγκαταστάθηκε στο σπίτι του γιου του, Αλέξανδρου Δουμά του νεώτερου, στο Πουί όπου και απεβίωσε στις 5 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Το 2002 ο τάφος του μεταφέρθηκε στο Πάνθεον του Παρισιού, το μαυσωλείο όπου είναι θαμμένες λαμπρές προσωπικότητες της Γαλλίας.
Προσωπική ζωή
Την 1η Φεβρουαρίου 1840 ο Αλέξανδρος Δουμάς παντρεύτηκε την ηθοποιό Ιντά Φεριέ αλλά συνέχισε να συνάπτει σχέσεις και με άλλες γυναίκες, αποκτώντας τουλάχιστον τέσσερα εξώγαμα παιδιά. Ένα από αυτά τα παιδιά ήταν ο Αλέξανδρος Δουμάς ο νεώτερος, καρπός της σχέσης του με τη γοητευτική γειτόνισσά του, Κατρίν Λεμπέ.
Ένα θαυμαστικό χαρακτηρίζει το Δουμά σε ολόκληρη τη ζωή του. Κάθε τι που έκανε ήταν υπερβολικό και έφτανε στα άκρα. Συνδύαζε τη λαχτάρα του να τον προσέχουν και να τον τιμούν, την τόλμη και τη μεγαλαυχία του, μαζί με την αγάπη του για την ανθρωπότητα. Ο Δουμάς έζησε πολύ γεμάτη ζωή. Ως συγγραφέας, στρατιώτης, πολιτικός και εραστής έπαιξε το ρόλο του ολοκληρωτικά, χωρίς να παραμελήσει καμία δυνατότητα και χωρίς να υποτιμήσει ποτέ τον εαυτό του. Ο Δουμάς έγινε στρατιώτης για να πάρη μέρος στα οδοφράγματα, διοίκησε μία λεγεώνα, μονομάχησε δέκα φορές, ναύλωσε καράβια και μοίρασε συντάξεις από το δικό του πορτοφόλι, χόρεψε, κυνήγησε, αγάπησε, ψάρεψε, υπνώτισε, μαγείρεψε, απέκτησε 10.000.000 φράγκα και ξόδεψε πολλά περισσότερα. Το μόνο που μπόρεσε να τον σταματήσει ήταν ο θάνατος, που έβαλε τέρμα στην καταπληκτική του σταδιοδρομία στις 5 Δεκεμβρίου του 1870. Άλλα όπως έγραψε ο Βίκτωρ Ουγκώ: "Εκείνο που έσπειρε είναι η Γαλλική ιδέα".
Κριτική του έργου του
Η συναρπαστική έκβαση του μύθου που δεν καταρρίπτεται ποτέ, το χρώμα, ο ιπποτισμός, η πρωτοτυπία στο σύνολό της, όλα αυτά δικαιολογούν απόλυτα την εξαιρετική δημοτικότητα που έχουν τα μυθιστορήματα του Αλέξανδρου Δουμά. Το συναρπαστικό συναίσθημα που δοκιμάζει κανείς όταν γνωρίζει για πρώτη φορά τους χαρακτήρες κάθε του μυθιστορήματος, κάνει τον αναγνώστη να μη μπορεί ν' αντισταθεί στην ακατάσχετη επιθυμία να φτάσει έως το τέλος. Ειπώθηκε ότι ο Δουμάς μπορούσε να δημιουργήσει μια ιστορία από το πιο ασήμαντο γεγονός: από το πέσιμο ενός φτερού ή από ένα καράβι που ξεχωρίζει μακριά στον ορίζοντα, και να το κεντήσει έτσι ώστε να γίνει ένα ολοκληρωμένο και συνταρακτικό μυθιστόρημα. Όταν έφτιαχνε μέσα στο μυαλό του το σχέδιο ενός μυθιστορήματος ή ενός θεατρικού έργου, στην πραγματικότητα το έργο του αυτό ήταν ολοκληρωμένο. Το γράψιμό του μπορούσε να γίνει τόσο γρήγορα, όσο μπορούσε να κυλήσει γρήγορα η πέννα του Δουμά.
Μια φορά ο Αλέξανδρος Δουμάς έβαλε στοίχημα 100 λουδοβίκεια ότι μπορούσε να γράψει το πρώτο βιβλίο του "Ιππότη του Κόκκινου Σπιτιού" μέσα σε 72 ώρες, μαζί με τις ώρες του ύπνου και του φαγητού. Μέσα σε 66 ώρες το έργο είχε συμπληρωθεί: 3.375 γραμμές χωρίς καμία αλλαγή ή σβήσιμο. Το έργο δεν παρουσίαζε επίσης κανένα ίχνος βιασύνης, γεγονός που αποδεικνύει πόσο ανεξάντλητος και μεγαλοφυής ήταν ο Γάλλος συγγραφέας.
Ωστόσο, ειπώθηκαν εναντίον του πολλές κατηγορίες και για τον τρόπο που ζούσε και για τον τρόπο που έγραφε. Ειπώθηκε ότι ο Δουμάς ούτε πρωτότυπος ήταν ούτε συνειδητός μιμητής κανενός άλλου. Ότι είναι απρόσεκτος στο γράψιμό του, δεν εσέβετο καθόλου την ιστορική αλήθεια και ότι το ύφος του ήταν γεμάτο συντακτικά λάθη. Είπαν επίσης ότι έγραφε παρά πολλά έργα που δεν πρόσεχε ούτε τι έγραφε, ούτε πώς τα έγραφε. Άλλοι είπαν ότι αυτός δεν έγραψε ούτε μια λέξη από τα μυθιστορήματά του, αλλά εκμεταλλεύτηκε τον ιδρώτα άλλων και ότι κατόρθωνε να επιβληθεί με απάτη και κατεργαριά.
Στην πραγματικότητα, όμως, όλες αυτές οι κατηγορίες ήταν ψεύτικες. Ο Δουμάς δεν είχε καιρό να σκεφτεί ή να ζυγίσει τι θα γινόταν παρακάτω, ούτε όταν έγραφε τα έργα του, ούτε όταν ζούσε την άσωτη ζωή του. Άφηνε πάντα τον εαυτό του να παρασύρεται από την ιδιοσυγκρασία του και από την έμπνευση της στιγμής. Δεν λογάριαζε ποτέ του τί θα κέρδιζε ή τί θα έχανε, και από την άποψη αυτή ήταν πολύ λιγότερο συμφεροντολόγος από πολλούς άλλους αξιοσέβαστους συγγραφείς που έκαναν περιουσία με την πένα τους.
Από μία άποψη, ο Αλέξανδρος Δουμάς θα μείνει πάντοτε το υπόδειγμα του λογοτέχνη που δεν ζει παρά μονάχα για να γράφει. Τις δικές του περιπέτειες και τις περιπέτειες των άλλων, ό,τι έβλεπε, ό,τι άκουγε και ό,τι διάβαζε -πολύ συχνά και ό,τι δεν διάβαζε- όλα αυθόρμητα τα χρησιμοποιούσε ως υλικό για τα έργα του. Ο Αλέξανδρος Δουμάς είχε πολλούς συνεργάτες αλλά είτε μαζί τους τα έγραφε είτε μόνος του, τα έργα του είχαν την ίδια επιτυχία. Στην ακμή της ηλικίας του ταξίδεψε στη Ρωσία και έφτασε ως τον Καύκασο αναζητώντας υλικό για τα έργα του. Σήμερα θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους όλων των εποχών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου