Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε τον Ιούλιο (ο μήνας Λώος του ημερολογίου των Μακεδόνων), του 356 π.Χ. στην Πέλλα, πρωτεύουσα του μακεδονικού κράτους. Σύμφωνα με την παράδοση, γεννήθηκε την ίδια νύχτα που ο Ηρόστρατος πυρπόλησε το ναό της Άρτεμης στην Έφεσο και ενώ οι μάγοι της πόλης, βλέποντας την καταστροφή, έτρεχαν στους δρόμους και προμήνυαν την υποταγή της Ασίας. Μάλιστα, η παράδοση λέει ότι
η γενεαλογία του ανάγεται σε δύο σημαντικότατες μορφές της αρχαίας ελληνικής παράδοσης: ο ημίθεος Ηρακλής υπήρξε γενάρχης της δυναστείας των Αργεαδών Μακεδόνων ενώ ο Νεοπτόλεμος, υιός του ήρωα Αχιλλέα, ίδρυσε το βασιλικό οίκο των Μολοσσών, μέλος του οποίου ήταν η μητέρα του Ολυμπιάδα. Η θρυλούμενη καταγωγή του Αλέξανδρου συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, από τα πρώτα έτη του βίου του.
Παιδική και φηβική ηλικία
Ο Αλέξανδρος και ο διδάσκαλός του, Αριστοτέλης
Το 349 π.Χ. ο Λεωνίδας, συγγενής της Ολυμπιάδας, ανέλαβε την ευθύνη της ανατροφής του πρίγκιπα. Υπό την επίβλεψή του, ο Αλέξανδρος, διδάχτηκε αριθμητική, γεωμετρία, μουσική και ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ιππασία. Αυτήν την περίοδο, όπως παραδίδεται, ο Αλέξανδρος δάμασε το Βουκεφάλα. Αργότερα, ο Φίλιππος ανέθεσε τις σπουδές του γιου του, στον Αριστοτέλη, ο οποίος του δίδαξε ιατρική, φιλολογία και πολιτικές επιστήμες. Η μαθήτευση κοντά στο μεγάλο φιλόσοφο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο χαρακτήρα του νεαρού Αλέξανδρου.
Το 340 π.Χ. ο Αλέξανδρος σταμάτησε τις σπουδές του και γύρισε στην Πέλλα, όπου πήρε ενεργό μέρος στην πολιτική ζωή της Μακεδονίας. Κατά τις εκστρατείες του ο Φίλιππος εμπιστευόταν την διοίκηση της Μακεδονίας στον Αλέξανδρο. Σε ηλικία 16 χρονών και ενώ ο πατέρας του έλειπε στο Βυζάντιο, κατέστειλε μια εξέγερση Μαιδών. Κατά την μάχη της Χαιρώνειας, το 338 π.Χ., ο Φίλιππος συνέτριψε τις ενωμένες δυνάμεις Αθηναίων και Θηβαίων, με τον Αλέξανδρο επικεφαλής του ιππικού. Μετά από την ήττα των Αθηναίων πήγε στην Αθήνα ως αντιπρόσωπος του πατέρα του.
Στα 337 π.Χ., ο Φίλιππος -σε ηλικία 48 ετών- μνηστεύτηκε την Κλεοπάτρα, μια όμορφη ευγενή Μακεδονίτισσα. Η Ολυμπιάδα εξαγριώθηκε, καθώς το γόητρό της καταρρακώθηκε, ενώ αν η Κλεοπάτρα έδινε γιο στο Φίλιππο, εκείνος θα εκτόπιζε τον Αλέξανδρο στη διαδοχή. Αυτό προκάλεσε αναστάτωση στις μέχρι τότε αρμονικές σχέσεις του Αλέξανδρου με τον πατέρα του. Η Ολυμπιάδα παρέμεινε στα διαμερίσματά της κατά τη γιορτή του γάμου, αλλά ο Αλέξανδρος παρευρισκόταν εκεί, χάνοντας σταδιακά την αυτοκυριαρχία του. Ο θείος της νύφης προσέβαλε σε μια πρόποσή του τον Αλέξανδρο και αυτός του πέταξε ένα κύπελλο. Ο Φίλιππος προσπάθησε να επιβάλει την τάξη, αλλά είχε καταναλώσει πολύ κρασί και το κουτσό του πόδι τον πρόδωσε. Ο Αλέξανδρος χλεύασε τον πατέρα του (Δείτε τον άνθρωπο που θέλει να περάσει στην Ασία και δεν μπορεί να περάσει πάνω από ένα τραπέζι) και βγήκε από την αίθουσα. Αργότερα αποσύρθηκε στην Ήπειρο μαζί με την μητέρα του. Ωστόσο, ο Αλέξανδρος επέστρεψε στο ανάκτορο και συμφιλιώθηκε με τον Φίλιππο, αλλά η Ολυμπιάδα παρέμεινε στην Ήπειρο. Το 336 π.Χ. ο Φίλιππος πάντρεψε μια από τις κόρες του με το βασιλιά της Ηπείρου και αδελφό της Ολυμπιάδας, Αλέξανδρο. Οργανώθηκε βασιλική γιορτή στις Αιγές, με παρελάσεις και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Καθώς ο Φίλιππος έμεινε στο στάδιο για να κηρύξει τους αγώνες, ο σωματοφύλακάς του Παυσανίας, βγήκε μπροστά και τον δολοφόνησε.
Ανάληψη εξουσίας και επικράτηση στην Ελλάδα
Κεφαλή του Αλεξάνδρου από το Βρετανικό Μουσείο
Όταν δολοφονήθηκε ο Φίλιππος, ο Αλέξανδρος ήταν μονάχα 20 ετών και φαινόταν τρωτός. Μολαταύτα, κινήθηκε γρήγορα εξουδετερώνοντας όλους τους πιθανούς διεκδικητές του θρόνου, τον οποίο και κατέλαβε. Ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Μακεδονίας, αλλά οι κατακτήσεις του πατέρα του έδειχναν σημάδια διάλυσης. Ξέσπασε εξέγερση στη Θράκη. Ο νεαρός βασιλιάς ξεκίνησε εκστρατείες προς βορρά και νότο για να διασφαλίσει τα σύνορά του. Την άνοιξη του 335 π.Χ. εξεστράτευσε εναντίον των Ιλλυριών και Τριβαλλών, προελαύνοντας από την Αμφίπολη μέχρι τον Αίμο σε διάστημα δέκα ημερών. Αφού νίκησε τους εκεί Θράκες, προχώρησε προς τον Δούναβη, νίκησε τους Τριβαλλούς και επιχείρησε επιδρομή κατά των Γετών, την οποία όμως αναγκάστηκε να διακόψει λόγω εξέγερσης των Ιλλυριών. Μετά στράφηκε προς τον νότο και υπέταξε τους Αγριάνες και τους Παίονες, εξασφαλίζοντας την πλήρη κυριαρχία στην περιοχή.
Όσο καιρό ο Αλέξανδρος πολεμούσε στον βορρά, οι Θηβαίοι επαναστάτησαν και πολιόρκησαν την μακεδονική φρουρά της Καδμείας, ενώ και στην Αθήνα και άλλες πόλεις επικράτησε αναβρασμός που προκαλούσαν οι αντιμακεδονικοί διαδίδοντας φήμες ότι ο Αλέξανδρος είναι νεκρός. Ο Αλέξανδρος με μια αστραπιαία πορεία, διένυσε τα 500 χιλιόμετρα από την Ιλλυρία στη Θήβα σε δώδεκα μέρες. Εκεί, μετά από σύντομη αλλά σθεναρή αντίσταση των Θηβαίων κατόρθωσε να τους υποτάξει. Ακολούθως συγκάλεσε το Κοινό των Ελλήνων για να αποφασίσει την τιμωρία της Θήβας και την εφάρμοσε διατάζοντας τον θάνατο έξι χιλιάδων Θηβαίων, να πουληθούν ως δούλοι οι υπόλοιποι τριάντα χιλιάδες κάτοικοι των Θηβών και να ισοπεδωθεί η πόλη. Τόσο τρομερή ήταν η καταστροφή, ώστε ο Αλέξανδρος πήγε προσκυνητής στους Δελφούς για να εξιλεωθεί. Μετά από αυτό καμία ελληνική πόλη δεν αψήφησε ανοιχτά το νεαρό βασιλιά της Μακεδονίας.
Εκστρατεία κατά των Περσών
Σκοπός
Μετά τη νίκη επί των Θηβαίων ο Αλέξανδρος επισκέφθηκε την Κόρινθο για να εξασφαλίσει υποστήριξη για την ασιατική εκστρατεία του. Το μεγαλόπνοο αυτό σχέδιο είχε ήδη αποφασίσει να θέσει σε λειτουργία, μόλις ανέβηκε στο θρόνο της Μακεδονίας. Ο πατέρας του, Φίλιππος, τον είχε μάθει από παιδί να μην έχει τίποτα άλλο στο νου του παρά αυτή την εκστρατεία. Ο Φίλιππος αφού είχε νικήσει τους Ιλλυριούς και τους Θράκες, τους Παίονες και τους Σκύθες, κάλεσε τους Έλληνες να συνενωθούν και με αυτόν αρχηγό να ξεκινήσουν για την απελευθέρωση των Ελληνικών Αποικιών της Ασίας και την τιμωρία των απογόνων του Ξέρξη. Η δολοφονία του Φίλιππου άφησε στους ώμους του 20χρονου Αλέξανδρου τη μεγάλη αποστολή.
Σκοπός της εκστρατείας ήταν η απελευθέρωση των ελληνικών ιωνικών πόλεων στα παράλια της Μικράς Ασίας από τους Πέρσες, καθώς και η κατάληψη των περσικών θησαυρών σε αντίποινα για την καταστροφή που είχε υποστεί η Ελλάδα, κατά τους Περσικούς πολέμους. Και οι δύο ιδέες ήταν πολύ διαδεδομένες στους Έλληνες. Έτσι, μετά την επικράτησή του στην Ελλάδα ο Μέγας Αλέξανδρος στράφηκε κατά των Περσών.
Πέρασμα στη Μικρά Ασία
Το 335 π.Χ. έστειλε τον Παρμενίωνα για να εξασφαλίσει το πέρασμα της Προποντίδας. Την άνοιξη του 334 π.Χ., αφήνοντας πίσω του τοποτηρητή της Μακεδονίας τον Αντίπατρο, πέρασε τον Ελλήσποντο με στρατό 30.000 πεζών και 5.000 και πλέον ιππέων, ενώ ο στόλος του απαρτιζόταν από 160 πλοία. Οι προμήθειες έφταναν για 30 μέρες και οι οικονομικοί πόροι ανέρχονταν περίπου στα 70 χρυσά τάλαντα.
Η στρατιωτική δύναμη ήταν ομολογουμένως μικρή σε σχέση με τα σχέδια του Αλεξάνδρου. Οι Πέρσες, με την απέραντη αυτοκρατορία τους που περιελάμβανε πολλούς λαούς και φυλές, θα μπορούσαν να αντιπαρατάξουν πολύ μεγαλύτερο στρατό. Αλλά ο Αλέξανδρος βασιζόταν στην ταχύτητα και την τόλμη.
Κύριο στρατιωτικό σώμα ήταν η μακεδονική φάλαγγα, αποτελούμενη από πεζέταιρους οπλισμένους με σάρισα, δόρυ μεγάλου μήκους, πιθανών επινόηση του Φιλίππου Β'. Το ιππικό επάνδρωναν οι ευγενείς, οι εταίροι όπως ονομάζονταν. Το στρατό συμπλήρωναν σώματα ακοντιστών, τοξοτών και πελταστών. Μολονότι τον πυρήνα του στρατού αποτελούσαν οι Μακεδόνες, στις γραμμές του περιλαμβάνονταν πολεμιστές από ελληνικές πόλεις-κράτη και από τα βασίλεια της Μικράς Ασίας. Αυτή την ετερογενή δύναμη ένωναν οι δεσμοί πειθαρχίας, εκπαίδευσης και οργάνωσης, αλλά και η αφοσίωση που ενέπνεε ο Αλέξανδρος.
Οι επικεφαλής του στρατού του ήταν όλοι Μακεδόνες. Δεύτερος στην τάξη στρατηγός μετά από αυτόν ήταν ο Παρμενίων, παλιός συμπολεμιστής του πατέρα του. Ακολουθούσαν οι γιοί του Παρμενίωνα, Φιλώτας και Νικάνωρ, ο Αμύντας, ο Περδίκκας, ο Κρατερός, ο Πτολεμαίος, και ο Μελέαγρος. Διοικητής των Ελλήνων συμμάχων ήταν ο Αντίγονος, και των μισθοφόρων ο Μένανδρος.
Ο Μέγας Αλέξανδρος κατανόησε με αξιοθαύμαστη ενάργεια τις σημερινές στρατιωτικές αρχές της οργάνωσης, της κινητοποίησης, της άμεσης δράσης και, περισσότερο απ' όλα, της έγκαιρης συγκέντρωσης των στρατιωτικών δυνάμεων. Ένα από τα αξιώματά του ήταν: βάδιζε χωριστά και πολέμα ενωμένος.
Ύστερα από μια σκληρή πορεία μέσω της Θράκης, ο Μέγας Αλέξανδρος πέρασε χωρίς δυσκολία τον Ελλήσποντο. Οι Πέρσες τον άφησαν να περάσει το στενό χωρί να φέρουνε καμιά αντίσταση. Έτσι βρέθηκε στα ακρογιάλια της Ασίας, εκεί που βρίσκεται σήμερα η Τουρκία. Αμέσως μετά την απόβαση του στρατού, τέλεσε θυσίες και επισκέφτηκε την Τροία.
Μικρά Ασία
Κύρια άρθρα: Μάχη του Γρανικού, Πολιορκία της Μιλήτου και Πολιορκία της Αλικαρνασσού
Ο Αλέξανδρος οδήγησε το στρατό του στον ποταμό Γρανικό, όπου περίμεναν για να δώσουν μάχη οι περσικές δυνάμεις οδηγούμενες από τους τοπικούς σατράπες και τον Μέμνονα τον Ρόδιο. Η μάχη του Γρανικού, που έγινε τον Μάιο του 334 π.Χ. ανέδειξε νικητή τον Αλέξανδρο. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος κινδύνευσε αλλά οι Πέρσες αιφνιδιάστηκαν από το μακεδονικό ιππικό που διέσχισε τον ποταμό και τράπηκαν σε φυγή. Οι απώλειες των Μακεδόνων ήταν μόνο 110 άνδρες, ενώ ανάμεσα στους Πέρσες νεκρούς υπήρξαν και πολλοί ηγεμόνες τους. Η ήττα των Περσών άνοιξε τον δρόμο στον Αλέξανδρο για την κατάκτηση όλης της Μικράς Ασίας. Οι Σάρδεις και η Έφεσος παραδόθηκαν. Η Μίλητος και η Αλικαρνασσός αντιστάθηκαν αλλά τελικά κατακτήθηκαν μετά από πολιορκία. Πάνω από τριάντα πόλεις της Λυκίας παραδόθηκαν, ενώ κατακτήθηκε και η Παμφυλία. Διαμέσου των υψιπέδων της Πισιδίας και της Φρυγίας, ο Αλέξανδρος έφτασε στο Γόρδιο, όπου έλυσε το Γόρδιο δεσμό. Σύμφωνα με τον τότε θρύλο, όποιος έκανε κάτι τέτοιο, θα κατακτούσε ολόκληρη την Ασία. Πέρασε το χειμώνα παρακολουθώντας τις κινήσεις των Περσών και ετοιμάζοντας τις δυνάμεις του για νέα εξόρμηση. Στις ιωνικές πόλεις που κατέκτησε, κατάργησε τα ολιγαρχικά και τυραννικά πολιτεύματα που είχαν επιβάλει οι Πέρσες και εγκατέστησε δημοκρατίες, καταργώντας παράλληλα την βαριά φορολογία.
Λίβανος και Συρία
Ο Αλέξανδρος νικά το Δαρείο στη μάχη της Ισσού.
Την άνοιξη του 333 π.Χ. ο Μακεδόνας βασιλιάς κατέλαβε την Καππαδοκία, και προωθήθηκε προς τις Κιλίκιες πύλες. Παρέμεινε όμως στην Ταρσό μέχρι τον Οκτώβριο για να αναρρώσει από μια βαριά ασθένεια. Για να εξασφαλίσει την κυριαρχία στην θάλασσα ξεκίνησε πορεία προς τη Φοινίκη όπου ήταν η βάση του ναυτικού των Περσών. Ο Δαρείος συγκέντρωσε τεράστιες δυνάμεις στη Βαβυλώνα, με διοικητή τον ίδιο, και κινήθηκε προς την Κιλικία εναντίον του Αλέξανδρου. Ο Αλέξανδρος διέβη τις Κιλίκιες πύλες για να συναντήσει τον Δαρείο, ο οποίος όμως κατάφερε να φέρει τον στρατό του στα νώτα του Αλέξανδρου. Η μάχη δόθηκε στην αμμώδη πεδιάδα της Ισσού. Ο Αλέξανδρος κατόρθωσε να ανοίξει ρήγμα στην παράταξη του περσικού στρατού, και το ιππικό του με επικεφαλής τον ίδιο πραγματοποίησε πλευρική επίθεση και βρέθηκε στα νώτα του Δαρείου. Ο Δαρείος τράπηκε σε φυγή αφήνοντας στα χέρια του νικητή τη σκηνή, τη μητέρα, τη σύζυγό του και πολλά λάφυρα.
Μετά την νίκη του στην Ισσό, η προέλαση συνεχίστηκε με κατάληψη της Άραδου, Βύβλου και Σιδώνας. Τα φοινικικά, ροδιακά και κυπριακά πλοία μπήκαν πλέον υπό τις διαταγές του Αλέξανδρου, και έτσι εξασφάλισε τα νώτα του και τον έλεγχο όλης της ανατολικής Μεσογείου.
Το καλοκαίρι του 332 π.Χ. κατάφερε με πολλή δυσκολία και επτά μήνες πολιορκίας την κατάληψη της Τύρου. Ο Αλέξανδρος φέρθηκε με πρωτοφανή σκληρότητα προς τους κατοίκους της πόλης.
Παλαιστίνη και Αίγυπτος
Στη συνέχεια, υπέταξε την Παλαιστίνη χωρίς προβλήματα, και την Γάζα μετά από πολιορκία. Συνέχισε την κατάκτησή του προς την Αίγυπτο όπου έγινε δεκτός ως ελευθερωτής. Σεβάστηκε τους αιγυπτιακούς θεούς και το 331 π.Χ. επισκέφτηκε το μαντείο του Άμμωνα στην Όαση Σίβα, όπου οι ιερείς του έκαναν καλή υποδοχή. Τον ονόμασαν γιο του Άμμωνα, τίτλο που δέχτηκε και τον αναγνώρισε από πολιτική σκοπιμότητα, θέλοντας να δημιουργήσει εντύπωση γύρω από το πρόσωπό του. Από τότε ο Αλέξανδρος απεικονίζεται με κέρατα κριού, ώστε να εννοείται η θεϊκή του καταγωγή. Πριν την αναχώρησή του από την Αίγυπτο ίδρυσε στο Δέλτα του Νείλου μια νέα πόλη που ονόμασε Αλεξάνδρεια, και η οποία έγινε σπουδαίο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο της Μεσογείου.
Ανατολικές σατραπείες
Αφού περίμενε ενισχύσεις από τη Μακεδονία, απέλυσε τους πιο καταπονημένους στρατιώτες και επέστρεψε στην Φοινίκη για να κατευθυνθεί προς τον Ευφράτη, όπου ο Δαρείος συγκέντρωνε στρατό από τις ανατολικές επαρχίες. Πέρασε τον ποταμό Τίγρη, και έφτασε στο οροπέδιο των Γαυγαμήλων, περίπου 90 χλμ. από τα Άρβηλα. Εκεί νίκησε για άλλη μια φορά τον περσικό στρατό στην ομώνυμη μάχη των Γαυγαμήλων, διαλύοντας όλα τα υπολείμματα των περσικών δυνάμεων. Ο Δαρείος διέφυγε προς την Μηδεία, και ο Αλέξανδρος προέλασε προς τα Σούσα και από εκεί προς την Περσέπολη όπου και βρήκε τον αυτοκρατορικό θησαυρό, αποτελούμενο από περίπου 180.000 τάλαντα σε χρυσό και ασήμι. Η ανακάλυψη αυτού του θησαυρού τον βοήθησε να ξεπεράσει τα οικονομικά προβλήματα που μεγάλωναν κατά την διάρκεια της εκστρατείας. Στην Περσέπολη κατέλυσε για λίγους μήνες. Στις 30 Ιανουαρίου του 330 π.Χ., όμως, πυρπόλησε την Περσέπολη μετά από μεθύσι.
Φεύγοντας από την Περσέπολη προχώρησε προς τη Μηδεία όπου βρίσκονταν τα Εκβάτανα (σημερινό Χαμαντάν), αναζητώντας τον Δαρείο. Καταλαμβάνοντας τα Εκβάτανα περιήλθαν στα χέρια του και όλες οι εξουσίες στην Περσική Αυτοκρατορία. Σε αυτό το σημείο, ο σκοπός της εκστρατείας είχε ουσιαστικά τελειώσει. Η υποχρέωση των Ελλήνων συμμάχων του είχε τελειώσει κι έτσι έστειλε πίσω όσους επιθυμούσαν να μην τον ακολουθήσουν σε επόμενη εκστρατεία. Επίσης ανέθεσε στον Παρμενίωνα τη μεταφορά όλων των περσικών θησαυρών στην ακρόπολη των Εκβατάνων.
Μαθαίνοντας ότι ο σατράπης της Βακτρίας Βήσσος συνέλαβε τον Δαρείο και ανέλαβε ο ίδιος την εξουσία, συνέχισε τον δρόμο του και διέλυσε τους στασιαστές οι οποίοι στην φυγή τους είχαν δολοφονήσει τον Δαρείο. Ο Αλέξανδρος έστειλε το σώμα του Δαρείου για να ταφεί με βασιλικές τιμές και τα τοπικά έθιμα στην Περσέπολη. Με τον θάνατο του Μεγάλου Βασιλιά ο Αλέξανδρος προβλήθηκε ως νόμιμος διάδοχος της δυναστείας των Αχαιμενιδών.
Για να υποστηρίξει τον νέο του τίτλο, και να εξασφαλίσει τον έλεγχο όλης της αυτοκρατορίας κινήθηκε εναντίον του Βήσσου και των υπόλοιπων σατραπών που συνέβαλαν στην δολοφονία του Δαρείου. Η εκστρατεία του στις ανατολικές σατραπείες ξεκίνησε με την εκκαθάριση της Υρκανίας όπου, στα όρη των Ταπούρων, είχαν καταφύγει και οι Έλληνες μισθοφόροι του Δαρείου με αρχηγό τον Ναβαρζάνη. Μετά από την υποταγή της Υρκανίας διέσχισε την Παρθία και στην πόλη Σουσία της Αρείας, ο σατράπης Σατιβαρζάνης δήλωσε υποταγή, διατηρώντας το αξίωμά του. Μετά την αναχώρησή του Αλέξανδρου όμως για την Βακτρία, όπου ο Βήσσος συγκέντρωνε στρατεύματα, ο Σατιβαρζάνης σκότωσε την φρουρά που είχε αφήσει ο Αλέξανδρος και συγκέντρωσε στρατό για να βοηθήσει τον Βήσσο. Ο Αλέξανδρος επέστρεψε αλλά ο Σατιβαρζάνης διέφυγε με 2000 ιππείς. Στην θέση του διορίστηκε ο Αρσάκης. Αφού ίδρυσε μια νέα πόλη, την Αλεξάνδρεια των Αρείων, κατέφυγε στην Φράδα της Δραγιανής για να χειμάσει.
Εκεί αποκαλύφθηκε μια συνωμοσία που είχε σκοπό την δολοφονία του Αλέξανδρου. Ως ηθικός αυτουργός εμφανίστηκε ο Φιλώτας, γιος του Παρμενίωνα, ο οποίος τελικά καταδικάστηκε σε θάνατο από την συνέλευση του μακεδονικού στρατού. Ο Αλέξανδρος φοβούμενος την αντίδραση του Παρμενίωνα στην εκτέλεση του γιου του, διέταξε την δολοφονία του.
Το χειμώνα του 330 π.Χ. έφτασε στον Ινδικό Καύκασο όπου ίδρυσε άλλη μια Αλεξάνδρεια. Ο Βήσσος έφυγε μακριά, περνώντας τον ποταμό Ώξο καίγοντας τα πλοία του μετά την διέλευση και εγκαταστάθηκε στα Ναύτακα της Σογδιανής. Ο Αλέξανδρος τον ακολούθησε στην Σογδιανή και έστειλε τον Πτολεμαίο εναντίον του, ο οποίος τον συνέλαβε και τον οδήγησε στον Αλέξανδρο. Ο Βήσσος εκτελέστηκε και ο Αλέξανδρος προχώρησε προς την πρωτεύουσα της Σογδιανής, Σαμαρκάνδη, καθώς και στο Τασκέντ, που σήμερα είναι οι δύο σημαντικότερες πόλεις του Ουζμπεκιστάν. Ακολούθως έφθασε στον ποταμό Ιαξάρτη όπου ίδρυσε τη μακρινότερη απ' όλες τις Αλεξάνδρειες, την Αλεξάνδρεια Εσχάτη, σε μια περιοχή που σήμερα λέγεται Χοτζέντ (στο σημερινό Τατζικιστάν). Κατόπιν πέρασε παράπλευρα από την παγωμένη κορυφογραμμή των Ιμαλαΐων και γύρισε στο Κυμπέρ και στις Ινδίες.
Εκστρατεία στην Ινδία
Μετά τον γάμο του με την Ρωξάνη που είχε ηρεμίσει τα πράγματα στις σατραπείες της κεντρικής Ασίας, την άνοιξη του 327 π.Χ. ξεκίνησε για την κατάκτηση της Ινδικής χερσονήσου. Άφησε τον Αμύντα στην Βακτρία, και περνώντας από την Αλεξάνδρεια έφτασε στον ποταμό Κωφήνα όπου διαίρεσε τον στρατό του. Έστειλε τον Ηφαιστίωνα με τον Περδίκκα να προετοιμάσουν την προέλασή του μέχρι τον Ινδό ποταμό, και ο ίδιος από διαφορετική πορεία έφτασε την άνοιξη του 326 π.Χ. στον Ινδό τον οποίο διέβηκε μέσω της γέφυρας που είχε ετοιμάσει ο Ηφαιστίωνας και πολλών μικρών πλοίων. Συνέχισε την πορεία του προς τον ποταμό Υδάσπη, όπου ο Ινδός βασιλιάς Πώρος περίμενε από την απέναντι πλευρά με συγκεντρωμένο στρατό ώστε να τον εμποδίσει να περάσει. Ο Αλέξανδρος έστειλε στρατιώτες να μεταφέρουν αποσυναρμολογημένα τα πλοία που είχαν χρησιμοποιηθεί στην διάβαση του Ινδού, και με την υπόλοιπη δύναμη και ενισχυμένος από 5000 Ινδούς συνέχισε για τον Υδάσπη.
Η διάβαση του ποταμού ήταν δύσκολη αλλά τελικά έγινε με επιτυχία τον Ιούλιο του 326 π.Χ., ώστε να ακολουθήσει μια μεγάλη μάχη μεταξύ του στρατού του Αλεξάνδρου και του στρατού του Πώρου ο οποίος ανερχόταν σε 4000 ιππείς, 300 άρματα, 200 πολεμικούς ελέφαντες και 30000 πεζούς. Οι Μακεδόνες αντιμετώπισαν με ευκολία το ιππικό του Πώρου και τελικά κατάφεραν να υπερισχύσουν στην πρωτόγνωρη γι' αυτούς μάχη εναντίον των ελεφάντων κερδίζοντας μια μεγάλη νίκη.
Στις όχθες του Υδάσπη ίδρυσε δύο πόλεις, την Νίκαια και την Βουκεφάλα (προς τιμή του αλόγου του που πέθανε εκεί). Αφήνοντας τον Κρατερό να επιβλέπει το χτίσιμο των πόλεων, συνέχισε την πορεία του και μετά από μια νίκη στα Σάγγαλα, σταμάτησε μπροστά στον ποταμό Ύφαση. Επιθυμία του Αλέξανδρου ήταν να συνεχίσει περνώντας τον ποταμό και την έρημο που εκτεινόταν μετά από αυτόν, συνάντησε όμως την έντονη αντίδραση του στρατού του. Οι κουρασμένοι σωματικά και ψυχικά στρατιώτες του συγκεντρώθηκαν στο στρατόπεδο και φώναζαν ότι δεν ήθελαν να συνεχίσουν. Τελικά ο Αλέξανδρος αποφάσισε να επιστρέψει. Μετά από τελετές διαίρεσε σε τμήματα τον στρατό του και επέστρεψε στην Νίκαια και την Βουκεφάλα, και λαμβάνοντας ενισχύσεις από την Ελλάδα στράφηκε προς τον νότο. Ναυπήγησε στόλο και πλέοντας τους ποταμούς Υδάσπη και Ινδό, με τμήματα του στρατού του στην αριστερή και δεξιά όχθη, έφθασε σε ένα σημείο όπου έδωσε φονική μάχη με τους Μαλλούς όπου και τραυματίστηκε. Τελικά έφτασε στην πόλη Πάτταλα την οποία οχύρωσε και ανοικοδόμησε.
Ο δρόμος της επιστροφής
Για την επιστροφή ο Αλέξανδρος χώρισε το στράτευμά του σε τρία μέρη. Το πρώτο με αρχηγό τον Κρατερό ακολούθησε πορεία προς την Αλεξάνδρεια Αραχωσίας (Κανταχάρ) και μέσω της κοιλάδας του Ετύμανδρου εγκαταστάθηκε στην Καρμανία όπου περίμενε τον Αλέξανδρο. Το δεύτερο ήταν ο στόλος, που με αρχηγό τον Νέαρχο, παρέπλευσε τις ακτές της Περσίας όπου βρίσκονταν οι χώρες των Ωρών, των Γεδρωσιών και των Ιχθυοφάγων, προς τον μυχό του κόλπου.
Το τρίτο μέρος του στρατεύματος με τον Αλέξανδρο ξεκίνησε από τα Πάτταλα (τέλη Αυγούστου 324 π.Χ.) για να διασχίσει την έρημο της Γεδρωσίας. Στο πρώτο μέρος της πορείας δεν υπήρξαν δυσκολίες αλλά στην έρημο της Γεδρωσίας ο καύσωνας και η έλλειψη νερού προκάλεσαν μεγάλες απώλειες. Μετά από 60 μέρες σταμάτησε για ανάπαυση στην πρωτεύουσα της Γεδρωσίας, Πούρα, και προχώρησε στην Καρμανία όπου συνάντησε τον Κρατερό. Στην Καρμανία έφτασε και ο Νέαρχος όπου έδωσε αναφορά για την πορεία του, και συνέχισε τον περίπλου ως τις εκβολές του ποταμού Τίγρη. Ο Αλέξανδρος πήρε ένα μέρος του στρατεύματος και αφού πέρασε από τους Πασαργάδες προχώρησε στην Περσέπολη όπου διόρισε σατράπη τον Πευκέστα ο οποίος είχε σώσει την ζωή του Αλέξανδρου στην μάχη στους Μαλλούς.
Την άνοιξη του 324 π.Χ. έκανε γιορτές στα Σούσα για την ολοκλήρωση της κατάκτησης της Περσίας. Οργάνωσε μικτούς γάμους Μακεδόνων με Περσίδες και ο ίδιος πήρε ως δεύτερη σύζυγο την Στάτειρα, την κόρη του Δαρείου. Εξόφλησε τα χρέη των Ελλήνων στρατιωτών του, με ένα ποσό που ανήλθε σε 20.000 τάλαντα και μοίρασε δώρα και τιμές σε όσους είχαν ανδραγαθήσει. Οι σατράπες της επικράτειας έφεραν εκεί και 30.000 έφηβους Πέρσες που είχαν εκπαιδευτεί και οπλισθεί μακεδονικά, τους οποίος ονόμασε «Επιγόνους».
Άρχισε να οργανώνει νέες εκστρατείες και αφού έστειλε τον Ηφαιστίωνα να εξερευνήσει τις ακτές του Περσικού κόλπου, ο ίδιος με επίλεκτες μονάδες κατευθύνθηκε προς την θάλασσα μέσω του ποταμού Ευλαίου. Στην Ώπι ανακοίνωσε την απόλυση των ηλικιωμένων και των τραυματιών και την συνέχιση της εκστρατείας, αλλά συνάντησε την αντίδραση των στρατιωτών του που δεν ήθελαν να συνεχίσουν μαζί του. Ο Αλέξανδρος τότε μοίρασε αξιώματα σε Πέρσες και ορισμένους τους ονόμασε συγγενείς του, πράγμα που ανάγκασε τους Μακεδόνες να του ζητήσουν συγνώμη και να τον ακολουθήσουν.
Θάνατος
Ο Αλέξανδρος επέστρεψε στην Βαβυλώνα και άρχισε να οργανώνει τον περίπλου της Αραβίας και την εξερεύνηση των ακτών της Βόρειας Αφρικής. Λίγο πριν την αναχώρηση για την Αραβία, στις 2 προς 3 Ιουνίου 323 π.Χ. συμμετείχε σε συμπόσιο έπειτα από το οποίο εκδήλωσε πυρετό, που διάρκεσε και τις επόμενες ημέρες αναγκάζοντάς τον να μεταθέσει την ημερομηνία αναχώρησης. Μετά από μια σύντομη βελτίωση της υγείας του κατέρρευσε ξανά, χωρίς να μπορεί να περπατήσει ή να μιλήσει. Η φήμη ότι είχε ήδη πεθάνει ανάγκασε τους στρατηγούς του να επιτρέψουν σε όλους τους στρατιώτες του να περάσουν από τον κρεβάτι του για να τον χαιρετίσουν. Μετά από δύο ημέρες πέθανε, στις 13 Ιουνίου 323 π.Χ.. Λίγο πριν πεθάνει ρωτήθηκε σε ποιόν αφήνει την βασιλεία του και απάντησε «τῷ κρατίστῳ», δηλαδή «στον δυνατότερο». Σύμφωνα με ένα θρύλο, μουμιοποιήθηκε και θάφτηκε σε ένα γυάλινο φέρετρο γεμάτο μέλι.
Πηγές για τον Αλέξανδρο
Η εκστρατεία του Αλέξανδρου καταγράφηκε αρχικά στις «Βασιλικές εφημερίδες» ένα είδος επίσημου ημερολογίου που διατηρούσε ο αρχιγραμματέας Ευμένης κατά την διάρκεια της εκστρατείας, οι οποίες όμως χάθηκαν πριν την ολοκλήρωσή της. Στα στοιχεία των "Βασιλικών Εφημερίδων" και σε σε προσωπικές του αναμνήσεις στηρίχθηκε αργότερα ο στρατηγός του Αλεξάνδρου, Πτολεμαίος. Ακόμη, ο Αριστόβουλος, μηχανικός που ακολούθησε την εκστρατεία, έγραψε μια από τις πρώτες γνωστές εξιστορήσεις, σε ηλικία 84 ετών. Ωστόσο, ούτε η μία ούτε η άλλη έχουν σωθεί. Άλλοι συγγραφείς των οποίων το έργο έχει χαθεί είναι ο Καλλισθένης που κατέγραψε τα γεγονότα ως τον θάνατό του το 327 π.Χ., ο Κλείταρχος ο Αλεξανδρεύς ο οποίος μάλλον είχε γράψει ένα δωδεκάτομο μυθιστόρημα, ο Ονησίκριτος, και ο Νέαρχος.
Το πιο αξιόλογο έργο που έχουμε, είναι αυτό του Φλάβιου Αρριανού «Αλεξάνδρου Ανάβασις» του 2ου αιώνα μ.Χ.. Ο Αρριανός βασίστηκε πάνω στα έργα του Πτολεμαίου και του Αριστόβουλου. για να γράψει το έργο του. Ένα επίσης σημαντικό έργο είναι το «Historia Alexandri Magni Macedonis» του Κούρτιου Ρούφου (1ος αιώνας), το οποίο είναι επίσης βασισμένο σε προηγούμενα έργα, αλλά σε ορισμένα σημεία θεωρείται ότι περιέχει φανταστικές διηγήσεις. Αξιόλογος είναι ο βίος του Αλέξανδρου στο έργο του Πλούταρχου «Παράλληλοι βίοι». Διάσπαρτες πληροφορίες βρίσκονται επίσης στα έργα του Στράβωνα, του Ιώσηπου, του Διόδωρου του Σικελιώτη και άλλων.
Ο μύθος του Αλέξανδρου
Ο Μέγας Αλέξανδρος έριξε το φράχτη που χώριζε την Ευρώπη από την Ασία, έκανε την Ελλάδα να ταυτιστεί με την τότε Οικουμένη και μεταλαμπάδευσε τον Ελληνικό Πολιτισμό στην Ανατολή. Αμέσως μετά το θάνατό του έγινε μυθικό πρόσωπο, από την Ινδία μέχρι τον Ατλαντικό, ακολουθώντας διαφορετικά πρότυπα σε κάθε λαό. Οι Πέρσες φαντάστηκαν ότι ήταν γιος του Δαρείου, ενώ στην Αίγυπτο ότι ήταν γιος του Νεκτανεβώ του τελευταίου βασιλιά της Αιγύπτου. Στην Αραβοπερσική παράδοση ο Αλέξανδρος ονομάζεται Σικαντέρ στα περσικά και Ισκαντάρ στα αραβικά και έχει την προσωνυμία «Δίκερως» (Dhul-Qarnayn), λόγω της εμφάνισής του σε νομίσματα με κέρατα κριού, κατά το αιγυπτιακό πρότυπο αφού θεωρούνταν γιός του Άμμωνα. Υπάρχουν αρκετές φυλές στα μέρη που πέρασε ο Αλέξανδρος που περηφανεύονται ότι είναι απόγονοι στρατιωτών του Αλέξανδρου.
Ο Αλέξανδρος αναφέρεται, σύμφωνα με ερευνητές, με το όνομα Δίκερως και στο Κοράνι στην σούρα al-Kahf (Η Σπηλιά) (ΧVΙΙΙ, 82-110) ως μεγάλος βασιλιάς που κατασκεύασε πύλες (ίσως τις Κασπίες Πύλες) για να προστατέψει τους αθώους ανθρώπους από τους βάρβαρους Γωγ και Μαγώγ και επίσης αναφέρεται ότι ταξίδεψε ως το μέρος όπου δύει ο Ήλιος. Στοιχεία από την ιστορία σχετικά με το σφράγισμα των πυλών που αφηγείται το Κοράνι υπάρχουν και στα προγενέστερα έργα του Ψευδοκαλλισθένη, του Ιώσηπου, και του Ιερώνυμου. Επίσης στους στίχους 18:95 και 18:98 παρουσιάζεται ως μονοθεϊστής και ορισμένες φορές θεωρείται προφήτης του Ισλάμ αλλά αυτό δεν είναι γενικά αποδεκτό.
Στους Βυζαντινούς ήταν δημοφιλείς οι ιστορίες για τον Αλέξανδρο, και μάλιστα τον είχαν φανταστεί και ως άγιο και ασκητή και να έχει ιδρύσει μοναστήρια στην έρημο. Πολλές παραδόσεις στην Ελλάδα δημιουργήθηκαν γύρω από τον Αλέξανδρο, και σε πολλές περιοχές διάφορα σημάδια του τόπου και ερείπια, επιδεικνύονταν σαν να «ήταν του Αλέξανδρου». Σε κρητικό τραγούδι ο Αλέξανδρος παρουσιάζεται να έχει ενώσει την Μαύρη Θάλασσα με την Μεσόγειο ανοίγοντας τον Βόσπορο. Πολύ διαδεδομένη επίσης είναι η παράδοση που παρουσιάζει την γοργόνα ως αδερφή του Αλέξανδρου να ρωτά τους ναυτικούς αν «ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος» και να δέχεται σαν απάντηση μόνο το «ζη και βασιλεύει». Κατά την τουρκοκρατία τον 18ο αιώνα ένα δημοφιλές ανάγνωσμα ήταν η «Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου».
Στην Δύση ο Αλέξανδρος έγινε γνωστός από την μετάφραση του έργου του Ψευδοκαλλισθένη, τον 3ο αιώνα με το «Μυθιστόρημα του Αλεξάνδρου» δημιουργώντας ένα επικό κύκλο γύρω από το όνομά του. Από την λατινική μετάφραση αυτού προέκυψαν πολλές παραλλαγές σε όλη την Ευρώπη και γενικά τον χριστιανικό και ισλαμικό κόσμο του Μεσαίωνα. Τον 12ο αιώνα ο Αλβέριχος ντε Μπεζανσόν έγραψε επικά ποιήματα με κεντρικό πρόσωπο τον Αλέξανδρο και ο ιερέας Λάμπρεχτ ένα γερμανικό τραγούδι.
Ο Αλέξανδρος στην Τέχνη
Υπάρχουν πολλές απεικονίσεις του Αλέξανδρου σε νομίσματα που κόπηκαν πριν ή μετά τον θάνατό του. Σε αυτές ο Αλέξανδρος εμφανίζεται αγένειος και με λεοντοκεφαλή πάνω από το κεφάλι του για να συμβολίζει τη θρυλούμενη καταγωγή της γενιάς του από τον Ηρακλή.
Σώζονται επίσης ανδριάντες του Αλέξανδρου, πρωτότυποι και αντίγραφα, που είχαν δημιουργήσει καλλιτέχνες όπως ο Λύσιππος, που ήταν ευνοούμενος του Αλέξανδρου. Η μορφή του Αλέξανδρου εμφανίζεται επίσης σε ανάγλυφα, μετάλλια και ψηφιδωτά, με διασημότερο το ψηφιδωτό της Πομπηίας όπου απεικονίζεται ο Αλέξανδρος στην μάχη της Ισσού, και θεωρείται αντίγραφο πίνακα ζωγραφικής του Απελλή, άλλου διάσημου καλλιτέχνη ευνοούμενου του Αλέξανδρου.
Σε όλο το πέρασμα του χρόνου δημιουργούνταν αντικείμενα τέχνης σχετικά με τον Αλέξανδρο. Πέρα από τα έργα λόγου, τα γλυπτά και τους πίνακες, στην σύγχρονη εποχή εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο μουσικών και κινηματογραφικών έργων. Ενδεικτικό είναι το τραγούδι 'Alexander the Great' των Iron Maiden. Ταινίες που έχουν γυριστεί με θέμα τον Αλέξανδρο:
"Sikandar" (1941), ινδική παραγωγή σε σκηνοθεσία Sohrab Modi σχετικά με την κατάκτηση της Ινδικής από τον Αλέξανδρο (στην ταινία φαίνεται να έχει χάσει την μάχη του Υδάσπη).
"Alexander the Great" (1956), παραγωγής MGM με πρωταγωνιστή τον Ρίτσαρντ Μπάρτον.
"Sikandar-e-Azam" (1965), ινδική παραγωγή σε σκηνοθεσία Kedar Kapoor
"Alexander" (2004) , σε σκηνοθεσία Όλιβερ Στόουν, με πρωταγωνιστήν τον Κόλιν Φάρελ.
Επίσης υπάρχουν πολλές αναφορές σε άλλες ταινίες και τηλεοπτικές σειρές.
Νεότερα μυθιστορήματα με θέμα τον Αλέξανδρο, είναι:
Η τριλογία "Μέγας Αλέξανδρος" του Ιταλού Βαλέριο Μάσιμο Μανφρέντι αποτελούμενη από τα "Ο γιος του ονείρου", "Η άμμος του Άμωνα", και "Τα πέρατα του κόσμου" .
Η τριλογία της Μαίρης Ρενώ αποτελούμενη από τα "Φωτιά απ'τον ουρανό", "Ο μικρός Πέρσης" και "Επιτάφιοι Αγώνες".
"Οι αρετές του πολέμου" και "Η ματωμένη εκστρατεία" του Στίβεν Πρέσφιλντ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου